Ευθύνη από λάθος εξουσιοδοτημένου συνεργείουΤο άρθρο 6 παρ. 1 του νόμου 2251/1994 περί προστασίας του καταναλωτή ορίζει, ότι «Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του». Περαιτέρω, η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου, αποσκοπώντας στην διεύρυνση της προστασίας του καταναλωτή, εξομοιώνει ως προς το ζήτημα της ευθύνης τον παραγωγό με όποιο πρόσωπο εισάγει τα προϊόντα του για πώληση ή άλλη μορφή διανομής στα πλαίσια της εμπορικής του δραστηριότητας, δηλαδή με τον αντιπρόσωπό του.
Η διάταξη αυτή ενέχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία, ειδικά στις περιπτώσεις, όπου ο παραγωγός έχει την έδρα του στην αλλοδαπή, καθώς θα ήταν ιδιαίτερα επαχθές και πιθανόν ατελέσφορο για τον μέσο καταναλωτή να τον αναζητήσει προκειμένου να ασκήσει τα έννομα δικαιώματα του, όταν το αγορασθέν προϊόν παρουσίαζε βλάβη ή ελάττωμα.
Εξάλλου, στις περιπτώσεις εμφάνισης βλαβών σε προϊόντα όπως τα αυτοκίνητα, είθισται ο παραγωγός να μην προβαίνει αυτοδύναμα στην διενέργεια των απαραίτητων εργασιών επισκευής τους, αλλά να παραπέμπει για τον σκοπό αυτό τον καταναλωτή στα εξουσιοδοτημένα συνεργεία του.
Η έννομη σχέση που συνδέει τον αντιπρόσωπο με τα εξουσιοδοτημένα συνεργεία του είναι αυτή της λεγόμενης «πρόστησης». Σχέση πρόστησης υπάρχει όταν, στο πλαίσιο μιας ήδη υφιστάμενης έννομης σχέσης μεταξύ δύο προσώπων, φυσικών ή νομικών, το ένα από τα πρόσωπα αυτά (ο προστήσας, εν προκειμένω ο αντιπρόσωπος) αναθέτει στο άλλο (τον προστηθέντα, εν προκειμένω το συνεργείο), με ή χωρίς αμοιβή, την εκτέλεση ορισμένης υπηρεσίας, υλικής ή νομικής φύσεως. Η υπηρεσία αυτή αποβλέπει στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή λοιπών συμφερόντων του προστήσαντος, ο δε προστηθείς υπόκειται στα πλαίσια της εκτέλεσής της στον έλεγχο ή στις γενικές οδηγίες και εντολές ή έστω την επίβλεψη του προστήσαντος.
Επομένως, μεταξύ του αντιπροσώπου και των εξουσιοδοτημένων συνεργείων του, υφίσταται σχέση πρόστησης, εφόσον το συνεργείο έχει αναγορευθεί ως τέτοιο στα πλαίσια της μεταξύ τους συμφωνίας, καθώς για τον σκοπό αυτό δεν απαιτείται η πλήρωση προϋπόθεσης εξαρτώμενης από δημόσιο φορέα, πχ άδεια από Υπουργείο. Το ίδιο ισχύει και όταν ο πελάτης απευθύνεται στο συνεργείο κατόπιν υπόδειξης του αντιπροσώπου ή όταν το προσωπικό του συνεργείου έχει εκπαιδευτεί από τον αντιπρόσωπο και λειτουργεί στη σφαίρα της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, είτε σε διαρκή βάση είτε και ευκαιριακά.
Η έννομη σχέση της πρόστησης διέπεται από τα άρθρα 334 και 922 του Αστικού Κώδικα. Σύμφωνα με το άρθρο 334, ο οφειλέτης ευθύνεται για το πταίσμα των προσώπων που χρησιμοποιεί για να εκπληρώσει την παροχή, όπως για δικό του πταίσμα. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 922 «Ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλον σε μια υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του».
Με τις παραπάνω διατάξεις θεμελιώνεται ευθύνη του προστήσαντος για τις ζημίες που προκαλούνται σε τρίτους από τον προστηθέντα (υπάλληλο, εντολοδόχο κτλ), είτε ο τρίτος έχει κάποια προϋφιστάμενη συμβατική σχέση με τον προστήσαντα (άρθρο 334 ΑΚ), είτε όχι (άρθρο 922 ΑΚ), οπότε και πρόκειται για αδικοπραξία του προστηθέντος.
Στα πλαίσια αυτά, η ευθύνη του προστήσαντος κρίνεται αντικειμενικά και δεν εξαρτάται από τη συνδρομή του στοιχείου της υπαιτιότητάς του. Δικαιολογητικός λόγος της αντικειμενικής ευθύνης του προστήσαντος αποτελεί το γεγονός, ότι αυτός ωφελείται από τις υπηρεσίες του προστηθέντος, διευρύνοντας το πεδίο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, και ως εκ τούτου είναι εύλογο να φέρει την ευθύνη για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα και τις πράξεις των προσώπων που ο ίδιος έχει επιλέξει για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού.
Στον προστήσαντα αντιπρόσωπο μάλιστα δεν παρέχεται ούτε η δυνατότητα απαλλαγής του από την ευθύνη, αν αποδείξει ότι δεν βαρύνεται με πταίσμα ως προς την εκ μέρους του επιλογή του συνεργείου ή ως προς τις οδηγίες που παρείχε στο προσωπικό του. Επιπλέον, ο αντιπρόσωπος δεν απαλλάσσεται ούτε με τη θέση πιθανής απαλλακτικής ρήτρας στη σύμβαση που τον συνδέει με τα εξουσιοδοτημένα συνεργεία του, καθώς αυτή δεν επάγεται έννομες συνέπειες έναντι τρίτων στο επίπεδο του καταλογισμού της ευθύνης.
Συνεπώς, αν από πταίσμα εργατοτεχνίτη εξουσιοδοτημένου συνεργείου προκληθεί οποιαδήποτε ζημία στον πελάτη, ο τελευταίος μπορεί να στραφεί τόσο κατά του εξουσιοδοτημένου συνεργείου όσο και κατά του αντιπροσώπου, απαιτώντας την καταβολή αποζημίωσης, είτε μόνο από τον τελευταίο, είτε μόνο από το συνεργείο, είτε και εν μέρει από τον καθένα, καθώς μεταξύ προστήσαντος και προστηθέντος υφίσταται ενοχή εις ολόκληρον, δηλαδή παράλληλη πλήρης ευθύνη έναντι του πελάτη.
Η δε ευθύνη από τη σχέση πρόστησης καταλαμβάνει κάθε είδους αποζημίωση που μπορεί να αποδείξει στο Δικαστήριο ο τρίτος, όπως, ενδεικτικά, την αξία επιδιόρθωσης του προϊόντος που υπέστη βλάβη ή ολόκληρη την αξία του σε περίπτωση καταστροφής του, τυχόν διαφυγόντα κέρδη από την αποστέρηση της χρήσης του, νοσήλια καθώς και αποζημίωση ηθικής βλάβης σε περίπτωση τραυματισμού και ψυχικής οδύνης συγγενών σε περίπτωση πρόκλησης θανάτου.
Τα ανωτέρω βέβαια τελούν υπό την αναγκαία προϋπόθεση της απόδειξης πταίσματος του συνεργείου. Σε αντίθεση δηλαδή με την ευθύνη του αντιπροσώπου, η οποία κρίνεται αντικειμενικά, η ευθύνη των υπαλλήλων των εξουσιοδοτημένων συνεργείων κρίνεται υποκειμενικά, πράγμα που σημαίνει, ότι για να καταλογιστεί ευθύνη στον αντιπρόσωπο προαπαιτείται ο καταλογισμός ευθύνης στο εξουσιοδοτημένο συνεργείο λόγω υπαιτιότητας (αμέλειας ή δόλου) των υπαλλήλων του.
Συνεπώς, αν η βλάβη προέλθει από εγγενή αστοχία υλικού ή δεν έχει σχέση με πλημμελή εκτέλεση κάποιας εργασίας από τους εργατοτεχνίτες του συνεργείου, ο αντιπρόσωπος δεν θα ευθύνεται στα πλαίσια της σχέσης πρόστησης, αλλά ενδεχομένως υπό την ιδιότητα του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος, με βάση τις διατάξεις του νόμου περί προστασίας του καταναλωτή.
πηγή:
capital.gr